ξεπετάω

ξεπετάω
ξεπετάω (σπάν. ξεπετώ), ξεπέταξα βλ. πίν. 64

Τα ρήματα της νέας ελληνικής. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • κληματούμαι — κληματοῦμαι, όομαι (Α) [κλήμα] ξεπετάω πολλά κλαδιά όπως το ακλάδευτο κλήμα, βγάζω πολλούς κλώνους («κεκλημάτωται χλωρὸν οἰνάνθης δέμας», Σοφ.) …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”